Άπλωσε το χέρι
Θα σου πω δυο αληθινές ιστορίες. . .
Μια φορά και έναν καιρό…
στο παγκόσμιο πρωτάθλημα της Βουδαπέστης ένα κορίτσι που το έλεγαν Anita, την ώρα του αθλητικού προγράμματος της, έχασε τις αισθήσεις της και βυθίστηκε στον πάτο της πισίνας.
Εξαιτίας της φύσης του αθλήματός της, ήταν απόλυτα φυσιολογικό να χάνεται για λίγο από την επιφάνεια του νερού και να βυθίζεται για να εκτελέσει διάφορες χορογραφικές ασκήσεις.
Έτσι, το γεγονός πως εξαφανίστηκε κάποια στιγμή, από τα μάτια των ανθρώπων που βρίσκονταν εκεί, δεν αποτελούσε μια ανησυχητική ένδειξη.
Σε κάθε τέτοια αθλητική εκδήλωση υπάρχουν πάντα διασώστες και χιλιάδες άνθρωποι που παρακολουθούν. Όμως, σε αυτήν την ιστορία, κανείς δεν κατάλαβε άμεσα πως αυτό το κορίτσι χρειαζόταν βοήθεια.
Η Anita ήταν αναίσθητη στο πάτο της πισίνας και δεν είχε την ικανότητα να κολυμπήσει και να βοηθήσει τον εαυτό της, με οποιονδήποτε τρόπο, αφού η λιποθυμία είχε κλέψει τις δυνάμεις της.
Κάθε δευτερόλεπτο που περνούσε ήταν κρίσιμο για την ζωή της.
Ευτυχώς όμως, ανάμεσα σε αυτό το μεγάλο πλήθος ανθρώπων υπήρχε η Andrea, που ήταν προπονήτρια της, και κατάλαβε αμέσως πως κάτι είχε συμβεί στην Anita.
Παρόλο που βρισκόταν αρκετά μακριά της, και θα μπορούσε να σκεφτεί πως δεν θα προλάβει να την φτάσει έγκαιρα, βούτηξε κατευθείαν στο νερό χωρίς σκέψη για να βρεθεί όσο πιο γρήγορα μπορούσε δίπλα της. Να την τραβήξει στην επιφάνεια και να την βοηθήσει να βρει την αναπνοή και την ζωή της.
Αν η Άντρεα δεν πρόσεχε και δεν κοιτούσε πέρα από το συνηθισμένο, η Anita ίσως είχε πνιγεί εξαιτίας μίας λιποθυμίας σε ακατάλληλη στιγμή.
Καθένας μπορεί να βρεθεί σε μία συγχρονικότητα ατυχών γεγονότων, που ίσως τον θέσουν σε όποιας μορφής κίνδυνο.
Ποιοι είναι οι άνθρωποι που θα σας αναζητήσουν;
Ποιοι είναι οι άνθρωποι γύρω σας που βλέπουν πέρα από την φαινομενική κανονικότητα; Ποιοι είναι εκείνοι που δεν θα περιμένουν και θα βουτήξουν για να σας βγάλουν στην επιφάνεια, όταν χάσετε την δύναμή σας να κολυμπήσετε;
Ποιοι είναι οι άνθρωποι που θα το έκαναν αυτό για εσάς;
Και ποιοι είναι εκείνοι που θα μπορούσαν να βασιστούν σε εσάς; Πως εσείς είστε εκείνο το πρόσωπο που τους βλέπει πραγματικά; Πως θα είστε ενεργητικά παρόντες, θα βουτήξετε και θα τους υποστηρίξετε όταν είναι λαβωμένοι, για να κολυμπήσουν σε αυτά τα ταραγμένα νερά που ονομάζουμε ζωή;
Σίγουρα θα σκέφτηκες κάποιον που θα σε στήριζε.
Σίγουρα θα σκέφτηκες κάποιους που αγαπάς και θα ήσουν εκεί για αυτούς.
Όμως, εδώ θα ξεκινήσω να σου αφηγούμαι την δεύτερη αληθινή ιστορία.
Μια φορά και έναν καιρό υπήρχε ένα κορίτσι/ αγόρι, που για χίλιους λόγους κουράστηκε από της ζωής τα τερτίπια, έχασε τη δύναμη του και από το να μάχεται βρέθηκε στον πάτο της πισίνας, γιατί οι δυνάμεις του εξαντλήθηκαν.
Όχι γιατί έπασχε από καταθλίψεις, διαταραχές ή ό,τι άλλο. Αλλά απλά, γιατί η συγχρονικότητες της ζωής το λύγισαν. Το εξάντλησαν, του στέγνωσαν τα αποθέματά του και δεν είχε άλλο κουράγιο. Όμως, για κάποιο λόγο κανείς δεν βούτηξε να το βοηθήσει…
Και το ζητούμενο εδώ δεν είναι να αναλύσουμε τα γιατί και τα πως, όπως είθιστε, αυτού του αγοριού ή του κοριτσιού. Γιατί, πίστεψέ με, από την εμπειρία μου σου λέω, πως συνήθως αυτό το κορίτσι και το αγόρι, έχουν κάνει ό,τι περνάει από το χέρι τους για να αυτοαναλυθούν.
Εδώ το ζητούμενο εκτυλίσσεται σε κάτι πολύ διαφορετικό από όσα φαντάζεσαι.
Η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην πρώτη και στην δεύτερη αληθινή ιστορία είναι πως το κορίτσι/αγόρι της δεύτερης ιστορίας στην ερώτηση «Ποιοι είναι οι άνθρωποι που θα το έκαναν αυτό για εσάς;», έχουν δώσει την απάντηση «ΚΑΝΕΝΑΣ». Παρόλο, που αυτοί διαπιστωμένα, ακόμη και λαβωμένοι, βοηθούν όποιον ξέρουν πως το χρειάζεται, γιατί γνωρίζουν πως είναι να μην έχεις ΚΑΝΕΝΑ, ούτε καν στην δύσκολη και τραγική στιγμή που οι δυνάμεις σου σε έχουν πια εγκαταλείψει.
Φυσικά, όσα σου εξιστορώ είναι ιστορίες καθημερινών ανθρώπων.
Όχι τραγικότητες, όχι δράματα ανθρώπων που τους αρέσει να γκρινιάζουν.
Αντικειμενικές, πραγματικές ιστορίες ανθρώπων τους οποίους συναναστρέφεσαι καθημερινά και τους λες καλημέρα, αλλά δεν έχεις υποψιαστεί καν λόγω αδιαφορίας, πως στην δύσκολη στιγμή αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν κανέναν να τους στηρίξει.
Άνθρωποι που δεν συγκαταλέγονται στους τοξικούς ανθρώπους.
Άνθρωποι που ακόμη και να έχουν επιχειρήσει να σου μιλήσουν για όσα ζουν, έχεις υποκριθεί πως τους ακούς, γιατί δεν έχεις καμία όρεξη να ακούσεις πραγματικά το παράπονό τους, την δυσκολία τους.
Άνθρωποι που ψεύτικα τους είπες, πως αν χρειαστούν κάτι θα είσαι εκεί. Κκαι όταν σε πλησίασαν, ήσουν πολύ απασχολημένος για να νοιαστείς και τους έκλεισες την πόρτα, δείχνοντάς τους την δυσφορία και τον θυμό σου επειδή σε ενόχλησαν.
Άνθρωποι που τους χτύπησες τον ώμο με υποκρισία και τους είπες «Έλα μωρέ πως κάνεις έτσι. Όλα θα πάνε καλά», όπως όταν δίνουμε παρηγοριά στον ετοιμοθάνατο, ενώ αδιαφορούμε στην ουσία.
Άνθρωποι που έχεις απογοητεύσει και όταν χρειάζονται ένα χέρι δεν υπάρχει κανένα, ούτε και το δικό σου. Γιατί κρίνεις πως τα προβλήματά σου είναι πιο σοβαρά από τον δικό τους πόνο, ο οποίος υποθέτεις πως είναι μια υπερβολή.
Άνθρωποι που δεν μπορείς να καταλάβεις, γιατί αν κάτι δεν το έχεις ζήσει δεν υπάρχει για εσένα.
Άνθρωποι που μπορεί να βρίσκονται ακόμη και μέσα στο ίδιο σου το σπίτι. Που βλέπεις στο πρόσωπο τους ζωγραφισμένο τον πόνο και περνάς αδιάφορα από δίπλα τους και τους λες «Επ! Τι έγινε; Όλα καλά;» και συνεχίζεις σαν να μην υπήρχαν στο οπτικό σου πεδίο.
Άνθρωποι στον πάτο της πισίνας της ζωής, για τους οποίους η δική τους Andrea αποφάσισε να πάει για shopping therapy και να μην βουτήξει.
Άλλωστε, γιατί να βουτήξει; Τι θα κερδίσει;
Γι' αυτό δεν χρειάζεται να αγχωνόμαστε… γιατί «Εντάξει, κανείς δεν πέθανε από πόνο».
Αν η Anita δεν είχε την Andrea, το πιο πιθανό είναι να έφταναν σε εκείνη πολύ αργά.
Και θα λέγαμε «Δεν μπορούσαμε να προλάβουμε. Κρίμα τόσο νέο κορίτσι.». Και θα κοιμόμασταν ήσυχοι, καθώς ήταν μια άτυχη στιγμή. Ο καιρός θα περνούσε και η Anita θα χανόταν από την μνήμη μας σαν να μην υπήρξε ποτέ…
Όλοι οι άνθρωποι, λίγο – πολύ είναι πια φιλάνθρωποι.
Εξάλλου, πόσο σου κοστίζει να δωρίσεις τα άχρηστα για εσένα ρούχα σου, ένα πακέτο μακαρόνια ή ό,τι άλλο. Άσε που έχει και μία κάποια αίγλη να μοιράζεσαι ταπεινά στον επόμενο καφέ σου, το πόσο φιλάνθρωπος είσαι και πως αυτό που μπορείς, το δίνεις απλόχερα στους κακόμοιρους και δυστυχείς που δεν έχουν να φάνε ή να ντυθούν.
Όμως, αυτές οι δυο αληθινές ιστορίες που σου αφηγήθηκα, μας μιλάνε και για κάτι πολύ πιο ιδιαίτερο, από τα άχρηστα αντικείμενα που χαρίζονται με περίσσεια ταπεινή αγάπη.
Μιλάνε για την απώλεια της ανθρωπιάς.
Χάθηκε η ανθρωπιά και δεν υπάρχει ουσιαστικό, πραγματικό και βαθύ ενδιαφέρον για τον σύντροφό, για τα παιδιά, για τους γονείς, για μια θεία, για έναν φίλο, για έναν συνάδελφο, για έναν γείτονα, για έναν γνωστό.
Που πήγε η ανθρωπιά; Την έχουμε βάλει σε καραντίνα μην μας κολλήσει κανέναν ιό;
ΝΟΙΑΖΟΜΑΙ ένα ρήμα σε κατάσταση αφανισμού.
Σκοτάδι βαθύ και βαρύ αντικατέστησε την ανθρωπιά και η αρχοντιά χάνεται πάνω στα καλογυαλισμένα παπούτσια σου.
Ναι, χρειάζεται να κοιτάμε την πάρτη μας. Να φροντίζουμε και να αγαπάμε τον εαυτό μας. Αλλά όχι και έτσι.
Γιατί όταν ο εαυτός γίνεται ο εαυτούλης, έχει χαθεί όλο το νόημα και η ουσία.
Κοίτα αληθινά τους ανθρώπους γύρω σου.
Άκου τους χωρίς να κρίνεις.
Αγκάλιασε χωρίς να δυσφορείς.
Δώσε από την καρδιά σου.
Η αγάπη δεν στερεύει όταν δίνεις.
Γίνε το όμορφο πρόσωπο των ανθρώπων και της ζωής, για εκείνους που έχουν γνωρίσει την ασχήμια.
Αυτό σημαίνει να είσαι φάρος φωτός, και όχι να λάμπεις απλά σαν απαστράπτον καλογυαλισμένο μπιχλιμπίδι.
Κοίτα γύρω σου… Κοίτα τους ανθρώπους μέσα από τα μάτια, στο βάθος της ψυχής τους…
Και μην εμφανίζεσαι από οίκτο μόνο όταν ο πόνος αγγίζει το σώμα αυτών των ανθρώπων και γίνεται ασθένεια που απειλεί τη ζωή τους.
Για να αλλάξουν όλα αυτά...
χρειάζεται να γίνουμε ΑΝΘΡΩΠΟΙ και
όχι απλά να κατέχουμε τον τίτλο…
Αν θέλεις να διαβάζεις περισσότερα άρθρα σαν και αυτό, γίνε μέλος της παρέας μας, κάνοντας την εγγραφή σου στο NewsLetter του Compose a DreamLife.